Για πρώτη φορά στα χρονικά της αστρονομίας εντοπίστηκε πλανήτης με περιβαλλοντικές συνθήκες που βρίσκονται στη «ζώνη Goldilocks» - δηλαδή ευνοούν την ύπαρξη ζωής, καθώς βρίσκονται σχετικά κοντά στις αντίστοιχες της Γης.
Ο πλανήτης κάνει μία περιστροφή γύρω από το άστρο του συστήματός του ανά 37 ημέρες, ενώ ο ίδιος δεν περιστρέφεται πολύ γύρω από τον άξονά του, οπότε η μία πλευρά του βρίσκεται σχεδόν πάντα στο φως, ενώ η άλλη σχεδόν πάντα στο σκοτάδι. Οι θερμοκρασίες στην επιφάνειά του υπολογίζεται ότι κυμαίνονται από -4 βαθμούς Κελσίου μέχρι +71.
Σύμφωνα με τον αστρονόμο Στίβεν Βογκτ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, που, μαζί με τον Ρ. Πωλ Μπάτλερ του Carnegie Institution, εντόπισε τον πλανήτη, «οι πιθανότητες ζωής σε αυτό τον πλανήτη είναι 100%».
Η ανακάλυψη, που παρουσιάζεται στο περιοδικό αστροφυσικής “Astrophysical Journal”, έγινε -μετά από 11 χρόνια παρατηρήσεων με τη βοήθεια του δέκα μέτρων τηλεσκοπίου Κεκ της Χαβάης- από αστρονόμους του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια - Σάντα Κρουζ και του Ινστιτούτου Κάρνεγκι της Ουάσιγκτον, σύμφωνα με το BBC, τα πρακτορεία Ρόιτερ και Γαλλικό, το “Science” και το “New Scientist”.
Ο πλανήτης φαίνεται να έχει τριπλάσια έως τετραπλάσια μάζα και διάμετρο μεγαλύτερη κατά 1,2 έως 1,4 φορές σε σχέση με τη Γη. Δεν είναι ούτε πολύ ζεστός, ούτε πολύ κρύος (η μέση θερμοκρασία του εκτιμάται σε μείον 31 έως μείον 12 βαθμούς Κελσίου), πράγμα που τον τοποθετεί στην «ιδανική» ζώνη των κατοικήσιμων πλανητών, που θα μπορούσαν να φιλοξενούν κάποιες μορφές ζωής.
Αν όντως είναι βραχώδης (αυτό είναι πολύ πιθανό λόγω της μάζας του, αλλά όχι ακόμα εξακριβωμένο), όπως η Γη, θα μπορούσε να έχει βαρύτητα και ατμόσφαιρα παρόμοια με του δικού μας πλανήτη (άρα θα μπορούσε ένας αστροναύτης να περπατήσει πάνω του), καθώς επίσης να διαθέτει υγρό νερό στην επιφάνειά του, αν και προς το παρόν κάτι τέτοιο δεν έχει ανιχνευθεί από τους αστρονόμους. Όπως η Σελήνη, η μια πλευρά του εξωπλανήτη είναι «κλειδωμένη» και λούζεται μόνιμα στο φως του άστρου-ήλιου του (που είναι πολύ αχνό, καθώς έχει μόλις το 1% της λαμπρότητας του δικού μας ήλιου), ενώ η άλλη βρίσκεται μόνιμα στο σκοτάδι.
Η πιο κατοικήσιμη περιοχή του πλανήτη θα είναι αυτή που αποτελεί το «σύνορο» ανάμεσα στις ζώνες του φωτός (με εκτιμώμενη θερμοκρασία 71 βαθμών Κελσίου) και του σκοταδιού (με θερμοκρασία μείον 34 βαθμών). Όμως, θα είναι δύσκολο οι επιστήμονες να μάθουν αν όντως ο συγκεκριμένος εξωπλανήτης φιλοξενεί ζωή, τουλάχιστον μέχρι να αναπτυχθούν νέες μέθοδοι και τεχνικές για την εξ αποστάσεως μελέτη ιχνών ζωής στην ατμόσφαιρα ενός τόσο μακρινού ουρανίου σώματος.
Ο πλανήτης φαίνεται να έχει τριπλάσια έως τετραπλάσια μάζα και διάμετρο μεγαλύτερη κατά 1,2 έως 1,4 φορές σε σχέση με τη Γη. Δεν είναι ούτε πολύ ζεστός, ούτε πολύ κρύος (η μέση θερμοκρασία του εκτιμάται σε μείον 31 έως μείον 12 βαθμούς Κελσίου), πράγμα που τον τοποθετεί στην «ιδανική» ζώνη των κατοικήσιμων πλανητών, που θα μπορούσαν να φιλοξενούν κάποιες μορφές ζωής.
Αν όντως είναι βραχώδης (αυτό είναι πολύ πιθανό λόγω της μάζας του, αλλά όχι ακόμα εξακριβωμένο), όπως η Γη, θα μπορούσε να έχει βαρύτητα και ατμόσφαιρα παρόμοια με του δικού μας πλανήτη (άρα θα μπορούσε ένας αστροναύτης να περπατήσει πάνω του), καθώς επίσης να διαθέτει υγρό νερό στην επιφάνειά του, αν και προς το παρόν κάτι τέτοιο δεν έχει ανιχνευθεί από τους αστρονόμους. Όπως η Σελήνη, η μια πλευρά του εξωπλανήτη είναι «κλειδωμένη» και λούζεται μόνιμα στο φως του άστρου-ήλιου του (που είναι πολύ αχνό, καθώς έχει μόλις το 1% της λαμπρότητας του δικού μας ήλιου), ενώ η άλλη βρίσκεται μόνιμα στο σκοτάδι.
Η πιο κατοικήσιμη περιοχή του πλανήτη θα είναι αυτή που αποτελεί το «σύνορο» ανάμεσα στις ζώνες του φωτός (με εκτιμώμενη θερμοκρασία 71 βαθμών Κελσίου) και του σκοταδιού (με θερμοκρασία μείον 34 βαθμών). Όμως, θα είναι δύσκολο οι επιστήμονες να μάθουν αν όντως ο συγκεκριμένος εξωπλανήτης φιλοξενεί ζωή, τουλάχιστον μέχρι να αναπτυχθούν νέες μέθοδοι και τεχνικές για την εξ αποστάσεως μελέτη ιχνών ζωής στην ατμόσφαιρα ενός τόσο μακρινού ουρανίου σώματος.